φραμπουάζ

φραμπουάζ
το
άκλ. (λ. γαλλ.)
1. ο καρπός του φυτού «Bάτος η ιδαία», το σμέουρο, είδος βατόμουρου.
2. το γλύκισμα που γίνεται από αυτόν τον καρπό.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φραμπουάζ — το, Ν άκλ. βοτ. κοινή ονομασία του καρπού τού βάτου, ή βατομουριάς, Rubus idaeus, που είναι γνωστός και ως σμεουρ(δ)ιά, αλλ. κόκκινο βατόμουρο ή σμέουρ(δ)ο. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. framboise, που έχει σχηματιστεί από το φραγκικό brambasi, λ. η οποία… …   Dictionary of Greek

  • βατομουριά — Με την ονομασία αυτή είναι γνωστά διάφορα φυτά της οικογένειας των ροδιδών, με την επιστημονική ονομασία ρούβος ο θαμνώδης και ρούβος ογναφαλώδης. Το είδος φυτρώνει σε όλη την Ελλάδα, σε δασώδεις περιοχές, φράκτες, θαμνότοπους και στις όχθες των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”